Ασκοπώ

From Digital Cyprus
Revision as of 15:37, 22 January 2024 by Pradeau (talk | contribs) (Greeklish variables name replaced)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search
Ασκοπώ
Σημασιολογία εξετάζω τον ασθενή (ιατρική)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

εξετάζω τον ασθενή (ιατρική)

Παραδείγματα

«Επόνουν την κκελλέν μου τζ̌ι επήα στον γιατρόν για να με ασκοπήσει, να δούμεν είντα μπο'νι» φρ. Δες «πελλετώ».

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).


Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις