Ξηστασ̌ιάζω

From Digital Cyprus
Revision as of 15:51, 22 January 2024 by Pradeau (talk | contribs) (Greeklish variables name replaced)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search
Ξηστασ̌ιάζω
Ετυμολογία από τα «στάχυα» όταν ωριμάζουν
Σημασιολογία ενισχύομαι μετά από αρρώστια,λέγεται και για πολύ ηλικιωμένο, όταν «ωριμάσει»




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

από τα «στάχυα» όταν ωριμάζουν

Σημασιολογία

ενισχύομαι μετά από αρρώστια,λέγεται και για πολύ ηλικιωμένο, όταν «ωριμάσει»

Παραδείγματα

«Άφησεν την αρώστιαν τζ̌' εξηστάσ̌ιασεν πάνω του», φρ.

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις