Αεροβάφτισμαν

From Digital Cyprus
Jump to navigation Jump to search
Αεροβάφτισμαν (το)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

το κατεπείγον προσωρινό βάπτισμα νεογέννητου βρέφους αν είχε κίνδυνο να μην επιζήσει.

Παραδείγματα

«Αεροβαφτίζαν τα άμαν ήταν άρρωστα. Άμαν έρκετουν ο παπάς, εβάλλαν το χαρτζ̌ίν τζ̌' εβάφτιζεν τα ξανά» (Πρωτοπαπά, Έθιμα της Γέννησης...)

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

καντηλοβάφτισμαν

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις