Βαρυλάτης

From Digital Cyprus
Revision as of 19:37, 26 March 2018 by Georgiashiaelou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Βαρυλάτης, (ο) |etymologia= |simasiologia= ο βραδυκίνητος, ο δυσκίνητος λόγω παχυσαρκίας ή...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search
Βαρυλάτης, (ο)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Από το «βαρύς» + «ελαύνω»

Σημασιολογία

ο βραδυκίνητος, ο δυσκίνητος λόγω παχυσαρκίας ή γενικής αδυναμίας.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις