Γέλλεται

From Digital Cyprus
Revision as of 19:24, 18 April 2018 by Georgiashiaelou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym=Γέλλεται |etymologia= |simasiologia=Άλλεται = τρέμει |proelefsi= }} __TOC__ ==Ετυμολογία== Από το α...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search
Γέλλεται




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Από το αρχ. «άλλομαι»= χοροπηδώ.

Σημασιολογία

Άλλεται = τρέμει

Παραδείγματα

Άλλεται (τ’αμμάτιν) = τρέμει το μάτι (το βλέφαρο).

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

άλλεται

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις