Δρωπικία

From Digital Cyprus
Revision as of 10:40, 27 April 2018 by Eleni Krekou (talk | contribs) (Νέα σελίδα με '{{Λέξη |acronym= Δρωπικία (η) |etymologia= |simasiologia=Ελεύθερο υγρό στην κοιλιά από πάθηση του συκωτιού,...')
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)
Jump to navigation Jump to search
Δρωπικία (η)




Κατηγορία:Λέξεις

Ετυμολογία

Σημασιολογία

Ελεύθερο υγρό στην κοιλιά από πάθηση του συκωτιού, καθώς και το πρήξιμο των άκρων. Πίστευαν ότι προέρχεται από ψυχικό πάθος. Ως θεραπεία, έμπαινε ο ασθενής σε ένα ζεστό φούρνο για να κάνει «σάουνα» κι έτσι να αποβάλει τα υγρά μέσω του ιδρώτα.

Παραδείγματα

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

  • ασκίτης
  • υδρωπικία

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).

Κατηγορία: Κυπριακή Διάλεκτος Κατηγορία: Ιατρικές Κυπριακές Λέξεις