Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Κύπρου Κυπριανός
Kiprianos1.jpg
Ασκητικός Βίος
Βαθμός Ιεροσύνης Αρχιεπίσκοπος
Προκάτοχος Χρύσανθος
Διάδοχος Ιωακείμ
Προσωπικά Στοιχεία
Κοσμικό Όνομα Άγνωστο
Γεννήθηκε 1756
Πέθανε 9 Ιουλίου 1821
Τόπος Γέννησης Στρόβολος, Λευκωσία
Εθνικότητα Κυπριακή


Ο Κυπριανός (Στρόβολος, 1756 - Λευκωσία, 1821) ήταν Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου και Εθνομάρτυρας κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Στις 9 Ιουλίου 1821 εκτελέστηκε από τους Τούρκους δι ' απαγχονισμού μαζί με άλλους τρεις επισκόπους. Θεωρείτο ιεράρχης με πλατιά αντίληψη, δυναμική προσωπικότητα αλλά και με ευρεία μόρφωση.

Παιδική ηλικία και σπουδές

Ο Κυπριανός γεννήθηκε στον Στρόβολο το 1756. Παραμένει άγνωστο το επίθετο του πατέρα του καθώς και το κοσμικό του όνομα. Σε νεαρή ηλικία εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στη Μονή Μαχαιρά, όπου έλαβε τη στοιχειώδη παιδεία και χειροτονήθηκε διάκονος το 1783. Το 1784, μετέβη στη Μολδοβλαχία ως ακόλουθος του αρχιμανδρίτη της μονής Χαράλαμπου. Σκοπός του ταξιδιού ήταν η εύρεση οικονομικής βοήθειας για την αντιμετώπιση των μεγάλων χρεών που αντιμετώπιζε τότε το μοναστήρι. Εκεί χειροτονήθηκε ιερέας και προσελήφθη ως εφημέριος του Ηγεμονικού ναού. Παρέμεινε στη Μολδοβλαχία όπου σπούδασε θεολογία και φιλολογία στην Ελληνική Σχολή του Ιασίου με τη βοήθεια του ηγεμόνα Μιχαήλ Σούτσου.

Επιστροφή στην Κύπρο

Εγκατέλειψε τη Μολδοβλαχία και επέστρεψε στην Κύπρο το 1802 μαζί με τον Χαράλαμπο έχοντας πετύχει πλήρως την αποστολή τους. Με την επιστροφή του ο Κυπριανός ανέλαβε τη διαχείριση των κτημάτων της Μονής στο Στρόβολο. Με τη δουλειά του κέρδισε την εκτίμηση των προεστών της Λευκωσίας οι οποίοι τον προώθησαν στον αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο για την πρόσληψή του ως οικονόμος της Αρχιεπισκοπής. Από τη θέση αυτή ο Κυπριανός επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο, αναπτύσσοντας σπουδαία πολιτική σκέψη. Ειδικότερα, όταν το 1804 επαναστάτησαν οι Τούρκοι προβαίνοντας σε σφαγές των Ελλήνων με κίνδυνο της ζωής του αλλά και του Αρχιεπισκόπου, όχι μόνο κατάφερε την κατάπαυση των σφαγών αλλά και την ανύψωση της ισχύος του αρχιεπισκόπου. Τα γεγονότα αυτά κατέγραψε το 1805 ένας Άγγλος με το ψευδώνυμο Αλή - Μπέης, χαρακτηρίζοντας τον Κυπριανό "φύλακα άγγελον των ομοεθνών του".

Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου

Η χειροτόνηση

Το 1809, ο Κυπριανός χειροτονείται επίσκοπος και στις 30 Οκτωβρίου του 1810 αναλαμβάνει Αρχιεπίσκοπος διαδεχόμενος τον υπέργηρο Χρύσανθο που απεβίωσε εξόριστος στην Χαλκίδα. Η αντικατάσταση του Χρυσάνθου από τον Κυπριανό είχε δρομολογηθεί από νωρίτερα, ένεκα όμως της άρνησης του πρώτου να παραιτηθεί από τη θέση του αρχιεπισκόπου, δημιουργήθηκε σοβαρό θέμα στην Εκκλησία της Κύπρου, που διήρκεσε μέχρι τον θάνατο του Χρυσάνθου στην εξορία.

Ποιμαντικό έργο

Το 1812 ο Κυπριανός χρηματοδότησε την ίδρυση της «Ελληνικής Σχολής» (νυν Παγκύπριο Γυμνάσιο) στη Λευκωσία κοντά στην Αρχιεπισκοπή. Παράλληλα, εξέδωσε εγκύκλιο με σκοπό την καταπολέμηση της επιδημίας της ακρίδας που είχε τέτοια πληθυσμιακή αύξηση εκείνη την εποχή στην Κύπρο σε σημείο να απειλεί άμεσα την αγροτική παραγωγή του νησιού. Συγκεκριμένα, μέσω της εγκυκλίου, καυτηρίασε τις λαϊκές δοξασίες που ήθελαν τις ακρίδες αθάνατες και ταυτόχρονα παρακινούσε το ποίμνιό του να μην περιμένει την εκ θαύματος εξολόθρευση του εντόμου αλλά να αναλάβει δράση[15]. Το 1815 προέβη μέσω έτερης εγκυκλίου σε καταδίκη του Ελευθεροτεκτονισμού, ενώ το 1820 δώρησε 6000 γρόσια για την ανέγερση σχολής στη Λεμεσό.

Μύηση στη Φιλική Εταιρεία

Η Φιλική Εταιρεία αποφάσισε να μην εμπλακεί η Κύπρος σε ένοπλο αγώνα, καθώς ήταν επικίνδυνη η γεωγραφική της θέση. Προτίμησε να περιοριστεί στην υλική βοήθεια. Υπήρχαν υπαινιγμοί για την επικινδυνότητα εμπλοκής της Κύπρου στην ένοπλη δράση στο "Σχέδιον Γενικόν" των Φιλικών το 1820 : "Ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κ. Κυπριανός υπεσχέθη να συνεισφέρη χρήματα ή τροφάς, όσας δυνηθή (...) και τέλος να σκεφθή, πώς να διαφυλάξη το ποίμνιόν του από τους κατοίκους εκεί εχθρούς".

Ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός που ανήλθε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο το 1810 ήταν Φιλικός, βέβαια η ημερομηνία μύησής του και από ποιον κατατάχθηκε στη Φιλική Εταιρεία παραμένουν άγνωστα. Σχετική αλληλογραφία δε βρέθηκε, που σημαίνει πως είτε ο ίδιος κατέστρεψε οτιδήποτε σχετικό ή το φύλαξε σε κρύπτη που δεν έχει βρεθεί μέχρι σήμερα. Ωστόσο, το 1820, φιλοξενεί τον Φιλικό Δημήτριο Ίπατρο και του υπόσχεται οικονομική βοήθεια για την επανάσταση των Ελλήνων. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, ο Αντώνιος Πελοπίδας (υπό τις διαταγές του Αλέξανδρου Υψηλάντη), στάλθηκε να παραλάβει την εισφορά του Αρχιεπισκόπου.

Έχει σωθεί ένα γράμμα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στον Κυπριανό, το οποίο λέγει τα εξής:

« Μακαριώτατε και φιλογενέστατε Δέσποτα, Ο φιλογενέστατος κύριος Δημήτριος Ίπατρος με εβεβαίωσε περί της γενναίας συνεισφοράς, την οποίαν η υμετέρα Μακαριότης υπεσχέθη προς αυτόν διά το Σχολείον της Πελοποννήσου. Όθεν, ως γενικός έφορος του Σχολείου τούτου, κρίνω χρέος μου απαραίτητον να ευχαριστήσω την Υμετέραν Μακαριότητα και να την ειδοποιήσω ότι η έναρξις του Σχολείου εγγίζει. Διά τούτο λοιπόν στέλλω εξεπίτηδες τον κύριον Αντώνιον Πελοπίδαν, άνδρα ενάρετον, φιλογενή και πάσης πίστεως άξιον διά να την βεβαιώσω και διά ζώσης φωνής την όσον ούπω ανέγερσιν του ιερού τούτου καταστήματος: Άς ταχύνη λοιπόν η υμετέρα Μακαριότης να εμβάση τόσον της υμετέρας Μακαριότητας τας συνεισφοράς, όσον και των λοιπών αυτού ομογενών, είτε χρηματικάς, είτε είναι ζωοτροφίας προς τον εν παλαιά Πάτρα της Πελοποννήσου κύριον Ιωάννην Παππά Διαμαντόπουλον, συντροφεύουσα αυτάς ή με άνθρωπον της επίτηδες ή με τον κομιστήν του παρόντος μου.

Ων δε εύελπις, ότι ή υμετέρα Μακαριότης θέλει φιλοτιμηθή να δείξη την συνεισφοράν αξίαν του μεγάλου ζήλου και πατριωτισμού Αυτής τε και όλου της του ποιμνίου, εξικετεύω τας μακαρίους Αυτής ευχάς και μένω με βαθύ σέβας της υμετέρας Μακαριότητος τέκνον ευπειθές

Αλέξανδρος Υψηλάντης»

Στο παραπάνω γράμμα o πρίγκιπας Α. Υψηλάντης ως Σχολείο της Πελοποννήσου υπονοεί την επικείμενη επανάσταση του 1821. Σημειώνεται ότι οι Φιλικοί που επισκέπτονταν την Κύπρο φιλοξενούνταν ως μαθητές στο υπόγειο της Ελληνικής Σχολής της Κύπρου.

Ελληνική Επανάσταση του 1821

Όταν ξεκίνησε η Επανάσταση, ο Τούρκος σουλτάνος διέταξε την αφόπλιση των Κυπρίων που έγινε χωρίς αντίσταση. Ο Κυπριανός προσπάθησε να πείσει τους Κύπριους να υπακούσουν (κάτι παρόμοιο έκανε και ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε') και διαβεβαίωσε τον Τούρκο κυβερνήτη, Κιουτσούκ Μεχμέτ, για την υπακοή των Ελλήνων.

Παρά τις προσπάθειες αυτές, ο Αρχιμανδρίτης Θεοφύλακτος Θησεύς διένειμε προκηρύξεις στη Λάρνακα, με σκοπό να ξεσηκώσει σε αγώνα τους Έλληνες της Κύπρου - κάτι που έχει καταγγελθεί από τον Τούρκο κυβερνήτη στην Υψηλή Πύλη. Ο σουλτάνος επέτρεψε στον Κιουτσούκ να συλλάβει, να δημεύσει την περιουσία και να εκτελέσει αυτούς που συμμετείχαν σ' αυτό το κίνημα.

Απαγχονισμός

Στις 9 Ιουλίου (ημέρα Σάββατο), κληθέντες σε συγκέντρωση στη Λευκωσία οι εκκλησιαστικοί ηγέτες και πρόκριτοι της Κύπρου από τον Οθωμανό διοικητή Κουτσούκ Μεχμέτ και κατόπιν έγκρισης από τον Σουλτάνο για μαζικές εκτελέσεις κορυφώθηκε το δράμα με τον απαγχονισμό του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού σε μια συκαμινιά στη πλατεία του Σεραγίου (σήμερα βρίσκεται στο κατεχόμενο από τους Τούρκους τμήμα της πρωτεύουσας). Του απαγχονισμού αυτού ακολούθησε την ίδια ημέρα ο αποκεφαλισμός τριών μητροπολιτών της Πάφου Χρύσανθου, του Κιτίου Μελετίου και της Κηρυνείας (νυν Κερύνεια) Λαυρεντίου - αργότερα, στην Κύπρο έφθασαν 4.000 στρατιώτες από την Αίγυπτο, οι οποίοι τρομοκράτησαν τον πληθυσμό της Κύπρου. Τα λείψανα των παραπάνω δόθηκαν την επομένη, στις Ιουλίου, ημέρα Κυριακή, σε ομάδα ιερέων, οι οποίοι τα έθαψαν στον περίβολο του ναού της Παναγίας Φανερωμένης (Λευκωσία) - αργότερα, εκεί κτίστηκε σπουδαίο Μαυσωλείο, όπου φυλάσσονται μέχρι σήμερα τα οστά τους.

Οι εκτελέσεις συνεχίστηκαν ως τις 14 Ιουλίου και είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 470 ή 486 ανθρώπων - 36 Κύπριοι εξισλαμίστηκαν (αν και μερικοί απ' αυτούς επανήλθαν στη χριστιανική πίστη) και κατάφεραν να γλιτώσουν τον θάνατο.

Ο Άγγλος περιηγητής John Carne που κατά την παραμονή του στην Κύπρο είχε γνωρίσει τον Κυπριανό, ανέφερε πως ο αρχιεπίσκοπος του είχε εκμυστηρευτεί πως οι τουρκικές αρχές περίμεναν μια αφορμή για να τον εκτελέσουν.

Ο Κυπριανός στην τέχνη

Ο εθνικός ποιητής της Κύπρου, Βασίλης Μιχαηλίδης, του αφιέρωσε τους παρακάτω στοίχους:

Τῷ ἀπαγχονισθέντι Ἀρχιεπισκόπῳ Κύπρου Κυπριανῷ Σὺ ποῦ σκοτώθης γιὰ τὸ φῶς σήκου νὰ δῇς τὸν ἥλιο, ξύπνα, νὰ δεὶς τὸ αἷμα σου πῶς ἔγινε βασίλειο. Ο Κυπριανός αποτελεί ο κύριος πρωταγωνιστής του ποιήματος «η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία Κύπρου» (επίσης του Βασίλη Μιχαηλίδη), στον οποίο αποδίδονται οι πάρακατω στίχοι:

Παρά το γαίμαν τους πολλούς, έν’ κάλλιον του ’πισκόπου. Η Ρωμιοσύνη έν’ φυλή συνόκαιρη του κόσμου, κανένας δεν εβρέθηκεν γαι να την-ι ’ξηλείψει, κανένας, γιατί σκέπει την ’που τ’ άψη ο Θεός μου. Η Ρωμιοσύνη έν’ να χαθεί, όντας ο κόσμος λείψει! Επίσης, ο Μιχαηλίδης του αφιέρωσε το «Επί τω θανάτω του σεβαστού μου Κυπριανού»:

Την πατρίδα σου με ζέσιν αγαπούσεν η ψυχή σου, είχες δυστυχώς τον βίον ακανθώδη και μικρόν, [...] Αρκεί τούτο που αφήκε τ' όνομά σου στον λαόν της, βράχον αντικρύ του χρόνου και λαμπρόν ως η πλειάς. Ο θάνατος του Κυπριανού οδήγησε τον Κύπριο ζωγράφο Γιώργο Μαυρογένη να ζωγραφίσει τον πίνακα «Απαγχονισμός του Εθνομάρτυρα Κυπριανού» - τώρα βρίσκεται στο Ίδρυμα Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ'.

Μαρμάρινο μνημείο (προτομή πάνω σε υψηλή στήλη) του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού έχει φιλοτεχνήσει ο γλύπτης Γεώργιος Μπονάνος. Βρίσκεται έξω από το μέγαρο της Αρχιεπισκοπής στη Λευκωσία.

Πηγές

  • Γεωργίου Ι. Κηπιάδου, Απομνημονεύματα των κατά το 1821 εν τη νήσω Κύπρω τραγικών σκηνών, έκδοσις δευτέρα επηυξημένη, Εν Αλεξανδρεία, 1888.
  • Χρυσόστομος, αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Η εκκλησία Κύπρου επί τουρκοκρατίας (1571-1878), Αθήνησι 1929.

Εξωτερικές συνδέσεις