Κυπριακές Παροιμίες
Jump to navigation
Jump to search
| Παροιμίες | Μετάφραση |
|---|---|
| "Αθκιασερος παπάς, θάφκει τζαι ζωντανούς" | "Παπάς χωρίς δουλειά θάβει και ζωντανούς" |
| "Άλλα 'ν' τ' αμμάδκια του λαού τζι άλλα του κουκουφκιάου, τζιαι άλλα εν του αλουπού που κάμνει πάου πάου" | "Άλλα, (διαφορετικά) είναι τα μάτια του λαγού, άλλα της κουκουβάγιας και άλλα της αλεπούς που (όταν ""κλαίει"") κάνει πάου πάου". |
| "Άλλαξεν ο Μανωλιός τζι έβαλεν τα ρούχα του αλλοιώς" | "Άλλαξε ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς" |
| "Άμαν εν πάει ο Μωάμεθ είς το βουνό, πάει το βουνό εις τον Μωάμεθ." | "Όταν δεν πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, πάει το βουνό στο Μωάμεθ." |
| "Αν ήταν η αζούλα πούζα, ήθεν να πουζιάσει ούλος ο κόσμος" | |
| "Αν κάμει ο Μάρτης δκυο νερά τζαι ο Απρίλης άλλον έναν χαρά σε τζίντον γεωργόν πόσχει πολλά σπαρμένα" | |
| "Απόν αππέξω του χορού, πολλά τραούθκια ξέρει." | "Όποιος έιν' έξω απ' το χορό ξέρει πολλά τραγούδια." |
| "Απόν ακούει, τερκάζει" | |
| "Απόν ακούει του γονιού , παραγωνιάς τζιμάτε." | "οταν δεν ακούς τούς γονείς , κοιμάσαι παράμερα." |
| "Aπόν αντρέπεται, ο κόσμος εν δικός του" | |
| "Από σιει μούγια, μουγιάζεται." | "Κάποιος προσπαθεί να διώξει την μύγα μόνο αν αυτή κάθεται επάνω του." ή "όποιος έχει τη μύγα, μιγιάζεται" |
| "Απο 'σιει πούζαν τζιαι παιδίν στο γάμον τι γυρεφκει" | |
| Απόν 'θέλει να πάει στον μύλον, 5 μέρες κοσσινίζει." | "Όποιος δεν θέλει να πάει στον μύλο, κοσκινίζει για 5 μέρες." |
| "Απόν φορτώνει πόσσω σου, τάνα του να φορτώσει. | |
| "Απ' ον μπορεί να δέρει το γάρο, δέρνει το σαμάν | "κάποιος που δεν μπορεί να κάνει η να πει κάτι σ' εκείνον που του έφτεξε, τα βάζει με άλλον" |
| "Απ' ον σε ξέρει, ακριβά σε γοράζει" | "Οποιος έχει έσοδα τριαντα δύο και έξοδα τριάντα είναι πάντα νοικοκύρης, όποιος όμως ξοδεύει τριάντα δύο και έχει έσοδα τριάντα τον παίρνουν στην φυλακή και δεν τον λυπούνται." |
| "Απού σοθκιάζει τριάντα θκυό τζαι ξοθκιάζει τράντα εν νοικοτζύρης πάντα. Απου ξοθκιάζει τριάντα θκυό αλλά σοθκιάζει τράντα, στη φυλακή τον παίρνουσι τζαι εν του διούν αμάντα" | "Οποιος έχει έσοδα τριαντα δύο και έξοδα τριάντα είναι πάντα νοικοκύρης, όποιος όμως ξοδεύει τριάντα δύο και έχει έσοδα τριάντα τον παίρνουν στην φυλακή και δεν τον λυπούνται." |
| "Απου πονεί πάει στον γιατρόν τζιαι απού διψά πάει στην βρύσιν." | Αυτός που έχει το πρόβλημα πρέπει να ψάξει για την λύση |
| ΄Ακουε μεγάλο αμπέλι τζαι πέρνε μιτσί καλάθι" | "΄Ακουγε για μεγάλο αμπέλι αλλά πάρε μαζί σου μικρό καλάθι" |
| "Άκουε πολλά τζαι πίστεφκε λία" | |
| Από΄ σσιει γειτον εσσειει όσιον τζια΄αποσιει όσιον τζιμάτε" | δηλαδη οποιος εχει γειτονα θα τον βοηθίσει στις δυσκολες στιγμες |
| "Απ΄όν έσχει νούν έσχει πόθκια" | |
| "Ασχιμοφόρε τζαι μεν ριάς" | |
| Αλλα λογια θκιε παπα | οταν απαντα ο αλλος κατι ασχετο απο αυτο που το λες |
| "Από το ρίφιν ρίφι, τζιαι γερόκλιαρον αρνί"¨ | |
| "Απού Γερόκλιαρο αρνί τζιαι κοκκορίφι ρίφι" | Αυτή η παροιμία θέλει να πει, για καλά γερά και υγειές ερίφια , ο επιβήτορας αρσενικός πρέπει να είναι νεαρό ερίφι, ενώ αντιθέτως στα πρόβατα ο επιβήτορας αρσενικός πρέπει να είναι μεγάλης ηλικίας. |
| "Άλλην μας εδείξαν τζ΄άλλην μας εμπείξαν!!!" | |
| "Ανάγιως τον κολλιό να σου φκάλει τα μάθκια σου" | |
| "Απ' αγκάθιν φκαίνει ρόδον" | |
| "Βουνό με βουνό εν σμίει" | |
| "Βούρα θκιέ τζιαι φτάννω σε" | |
| "Δώστου πελλού λουκάνικον, να σου πει εν ζαβόν" | |
| "Δωστου πελλου αγγουρι να σου πει εν ζαβον" | |
| "Δώκε θάρρος του χωρκάτη να μπει με τες ποϊνες στο κρεβάτι" | |
| "Εγιώ στραώνω τζαι πουλώ τζαι εσύ άμπλεπε τζαι γόραζε" | |
| "Είπαν τον πελλόν, τζαι επέλλανεν" | |
| "Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπέλια σου." | |
| "Εν της παπαθκιάς τα ξύλα" | "Τα ξύλα ανήκουν στην παπαδιά (και έτσι τα προσέχει περισσότερο)" |
| "Ένας παπάς δκυό εκκλησιές της μιας γελά της" | Λέγεται ότι κάποιος κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα και σίγουρα αφήνει κάτι πίσω |
| Έπαρτον εις τον γάμο σου να σου πεί τζαι του χρόνου" | |
| "Ετσύλησεν ο τέντζερης, τζαι ήβρεν το καπάτζιν" | |
| "Ετσύλισεν το στουπομα τζαι ιβρεν την μαιρισσαν" | |
| "Επίεν ο φτωχός να αρμαστεί τζαι μίτσιανε η νύχτα" | |
| "Έφκαλεν η γλώσσα μου μαλλιά" | |
| "Εφκίκεν κούππα άπαννη" | |
| "Εδώκαν μου αυκό τζιαι ζητούν την όρνιθα" | |
| Εν ο νούς σου τζιαι μια λίρα τζιαι γυρίζει βύρρα βύρρα | |
| "Ζήσε Μάη μου να φάεις τριφύλλιν" | |
| "Η μάνα εν μαννα" | Η μητερα ειναι σαν δώρο απο τον Θεό |
| "Η καθαριότητα εν μισή αρκογκιά" | |
| "'Ηβρες φαί, φάε, ήβρες ξύλο, φύε" | |
| " Η απάντηση του πελλού εν η σιωπή" | |
| "Η Γλώσσα κόκκαλα δεν έσσιη τζιέ κόκκαλα τσακκίζει" | |
| "Η νύφη αντα να γενηθεί της πεθεράς ημιάζει" | |
| "H αντροπή εν πουκα' στο πάπλωμα" | |
| "Η αρκή εν το ήμισυ του παντός" | |
| "Θέλει την πίττα σωστή τζαι τον σιύλλον χορτάτον" | |
| "Θώρε την κρυάδα τζιαι μύραζε το πάπλωμαν" | |
| "Καλός καλός ο σιοίρος μας, μα εφκέιν χαλαζιάρης" | |
| "Κάτσε την μμάππα χαμαί." | "Άφησε την μπάλα κάτω." (Δηλ. Μην κάνεις τον έξυπνο) |
| "Καμήλα κλάννει στο Πεντάκωμον" | |
| "Καμηλάρη καλημέρα, καμηλάρη καλημέρα" | |
| "Κάλλιον πέντε τζιαι στο σιέρην παρά δέκα τζιαι καρτέριν" | |
| "Κάμε το καλό τζιαι ρίψετο στο γυαλό" | |
| "Κάμνεις τον ψύλλον κάμηλον" | |
| "Κατά που σου κάμνουν κάμνε τζιαι κατζία μεν κρατάς" | |
| Λείπει ο Μάρτης που τη Σαρακοστή; | |
| Λαμνε να δεις που βρεσσει | |
| "Μάρτης Γδάρτης τζαι Παλλουκοκάφτης" | Δηλαδή κατά το Μάρτη έχουμε κρύο που γδέρνει και ζέστη που καίει τα παλλούκια. Τα δύο άκρα. |
| *Τον Μάρτη ξύλα φύλαε μεν κάψεις τα παλλούτζια | Δηλαδή κατά το Μάρτη έχουμε κρύο που γδέρνει και ζέστη που καίει τα παλλούκια. Τα δύο άκρα. |
| "Μάθε τέχνη τζαι κρέμαστιν εις το παλούτζι" | |
| "Μεγάλον βούκκον φάε, μεγάλον λόον μεν πεις" | Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις |
| "Με τον συγγενή σου φάε πιε τζιαι αλίσβερίσιι μεν κάμεις" | |
| Με τους συγγενείς σου να τρως και να πίνεις αλλά ποτέ μ' αυτούς εμπορικές πράξεις να μην κάνεις. | |
| Με ξένον κώλο κλάννω τζι εγιώ… | |
| Δηλαδή, με ξένα μέσα, με ξένες πλάτες, καυχιέμαι, κάνω του κεφαλιού μου… | |
| "Με συγγενή σου φάε πιε, τζι’αλίσβερίσια μεν κάμεις" | |
| "Μια παδκιά του γέρου αξίζει σίλιες του παιδκιού" | |
| "Να σου δώσει η μούλα η γεραφώνα" | "Να πάρεις από το μουλάρι που εγκυμονεί (Δηλαδή δεν θα πάρεις, αφού ως γνωστό το μουλάρι, που είναι διασταύρωση γαιδάρου καί αλόγου δεν μπορεί να αναπαράγει" |
| Να ππέσει τάφκον που τον κώλον της εν θα σπάσει. | Αν πέσει τ΄ αβγό απ΄ τον κώλο της δεν θα σπάσει. Λέγεται για τις πολύ κοντές γυναίκες. |
| "Να ποταβρίζεσαι ώσπου φτάνει το σιέριν σου" | |
| Ξεροκέφαλος κεφάλα λαλεί ο πόντιος | |
| Ξένος πόνος ούλλον γέλιον | |
| "Ο Θεός αγαπά τον κλέφτη αλλά αγαπά τζιαι τον νοικοτζύρη." | |
| "Ο κάττος τζι αν εγέρασεν τα νύσια που 'σιεν έσιει." | "Ο γάτος, έστω κι αν έχει γεράσει, έχει τα ίδια νύχια όπως πριν." |
| Ο γάρος ο οκνιάρης εν τζαι βαρυγομαρκάρης." | "Ο γάιδαρος ο τεμπέλης πάντοτε βαρυφορτώνεται." |
| Όποιος θέλει τα πολλά, χάνει τζαι τα λία" | |
| "Όπου λαλούν πολλοί πετεινοί, αρκεί να ξημερώσει" | |
| "Όπου φτωχός τζ' η μοίρα του" | |
| Ότι αθυμάσε, χέρεσε" | |
| "Ο νούρος του σιύλλου εν ισσιώννει" | |
| "Ούλοι λέσιν τζαι πολέσιν, τζι ο πελλός τζι που πονεί" | |
| Ο άδρωπος ο γυναξιής τρώει πάντα της κκελλές του" | |
| "Ο κωλος ο τιτσιρος ειδεν το βρατζιν τζ’ εσιεστιν" | |
| "Όμορφον μωρό στη σούσαν άνοστον στη γειτονιάν" | |
| "Ο ξένος τζι' ο στραβός εν έναν" | |
| Ο κάττος τζι' ο καλόηρος το ψάριν αγαπούν το" | |
| "Όπως έστρωσες να τζοιμηθείς" | |
| "Ο πελλός θέλλει τον αντίπελλο του" | |
| "Όποιος φκιάζεται σκοντάφκει" | |
| "Όποιος φατσίσει στο ανώβλιν θωρεί τζαι το κατώβλιν" | |
| ο κλέφτης τζιαι ο ψέφτης τον πρώτο γρόνο σιαίρουνται" | |
| "Ο ψηλός τρώει τα σύκα" | |
| "Παπάς μου λειτουρκε δκυό εκκλησιές, της μιας γελά της" | |
| Ένας παπάς δυό εκκλησιές, τη μια την αφήνει αλειτούργητη | Λέγεται ότι κάποιος κάνει πολλά πράγματα ταυτόχρονα και σίγουρα αφήνει κάτι πίσω] |
| "Παίζει τον πελλόν για να φκει σκάρτος" | |
| "Παρα να συντηχάνεις καλύττερα να κλάνεις" | |
| "Παφίτην αναγιώνεις, χρυσάφιν νεκατώνεις" | Όταν μεγαλώνεις ή γνωρίσεις Παφίτη (άνθρωπο με καταγωγή την περιοχή Πάφου της Κύπρου), είναι τόσο καλός ανθρωπος - πολύτιμος όπως το χρυσάφι. |
| "Παφίτην αναγιώνεις , σκατζόσσυρον μερώνεις" | Μην προσπαθείς να εκπαιδεύσεις Παφίτη (άνθρωπο καταγόμενο από την περιοχή Πάφου της Κύπρου), είναι ανώφελο και ακατόρθωτο όπως να εκπαιδεύεις σκάντζόχοιρο. |
| Πέζε του γάρου λύρα να χορεύκει βύρα βύρα." | |
| "Πέρα βρέχχει, στην Καραμανιά χχιονίζει" | όταν κάποιος δεν καταλαμβένει τι του λέμε |
| "Πέψε τον πελλόν τζαι λάμνε ταπισόν του" | "μην έχεις εμπιστοσύνη σε ένα τρελό" |
| "Πρέπει να το 'σιει η κούτρα σου να κατεβάζει φτείρες" | |
| "Που σου νέφκω, που παεις" | |
| "Πόθεν είσαι θκιέ; Κουτσιά εμαήρεψα" | Όταν ρωτάς κάτι κάποιον και παίρνεις άσχετη απάντηση |
| "Πε, πε εν να το πει τζι ο κώλος του" | |
| Ππέφτουν τα ποξαμάθκια τζει που 'ν έσιει δόντια" | |
| "Ρίφκε αβκά πας τον τοίχον." | "Ρίχνε αυγά απάνω στον τοίχο." δηλαδή είναι ανώφελο* |
| Ρωτώντας πας στην πόλη" | |
| Σσύλλον πλύννεις, σσύλλον λούσεις, πάλε σσυλιές μυρίζει." | "Όσο και να λούζεις ένα σκύλο, πάλι θα μυρίζει σαν σκύλος." |
| Σσύλλος που λάσει εν δακάνει" | |
| "Σταφύλιν φάε τζι αμπέλιν μεν ρωτάς." | "όταν κάποιος σου προσφέρει κάτι να το δέχεσαι χωρίς παραξενιές και διαμαρτυρίες" |
| "Στην ανερκάν φελά τζαι το χαλάζιν" | |
| "Στου κουφού την πόρτα, όσο θέλεις βρόντα!" | |
| "Στο σπίτιν του κρεμμασμένου μεν μιλάς για σιοινήν" | |
| "Στο καλάθιν εν χόρώ στο κοσιήνη περισσεύκω" | |
| Τα πολλά λόγια εν φτώσεια" | |
| "Τζείνος που ρέσσει τζαι εν λαλεί με γεια σου με καλώστον στο παναϊρι έπαρτον τζαι όσα σου δώκουν δώστον" | |
| "Tζαι τζεινον που τον σιαιρετας τζαι εν σου πολοετε στο παναϊρι επαρτον να δεις πως εν πουλιεται" | "Tζαι τζεινον που τον σιαιρετας τζαι εν σου πολοετε στο παναϊρι επαρτον να δεις πως εν πουλιεται" |
| "Τζιλούν το αφκό με την μαναβέλα" | |
| "Το γέλιο της Παρασκευής, το κλάμα του Σαββάτου" | |
| "Το γινάτι φκάλει αμάτι" | |
| "Το λαμπρόν τζει που πέφτει κρούζει." | "Η φωτιά καίει εκεί που χτυπά." |
| "Το κρίμα εν πάστο κλίμα" | |
| "Το σσυλλί σου τζαι το παιδί σου όπως το μάθεις" | |
| "Τον Μάρτη ξύλα φύλαε, μεν κάψεις τα παλλούτζια" | τον Μάρτη κάνει κρύο και φρόντισε να φυλάξεις ξύλα, αλλιώς θα χρειαστεί να κάψεις τα παλούκια για να ζεσταθείς |
| "Τον αράπη τζαι αν τον πλύννεις το σαπούνι σου χαλάς" | |
| "Του πελλού η απάντηση εν η σιωπή | |
| "Τον ποντικόν η τρύπα εν τον εφόρεν τζαι 'τραβαν τριζοκολόκα" | |
| "Τζινούρκον είσαι κόσιηνο τζιαί που να σε κρεμάσω" | |
| Τα γεριμα τα κατσαρα να μεν εκορακουσαν, τα λογια τα παραξενα να μεν μου τα λαλουσαν " | |
| "Τον αλουπον η τρυπα του εν τον εχωρεν τζιε τραβαν τζιε τριζοκολοκαν" | |
| Το 'ναν σιέριν νυφκει τ' άλλον τζαι τα θκυό το πρόσωπον" | |
| "Τάσσει φούρνους ποξαμάθκια" | |
| "Τα μακρά κοντά εγινήκασιν" | |
| "Τάσσω τ' αμπέλια μου ν' αρμάσω τα παιθκιά μου" | |
| "Το έξυπνον πουλλίν που την μούττη πιάνεται" | |
| "Τζει που βρέσσιει φαίνεται τζει που σσιονίζει ασπρίζει" | |
| "Τζοιμάσαι την νύχτα με τον στραό τζιαι το πρωί αλληθωρίζεις" | |
| Φακούν του παπά με τα πρόσφορα" | |
| "Φταίουν του τα ρουχα του" | λεγεται αυτος που ειναι ευεξαπτος |
| Χωρει τον η τρυπα του βελονιου | οταν θελει κατι θα βρει τον τροπο να το πετυχει |
| Ψουμιά εν ειχαμε τζαι ρεπάνια εγυρευκαμε | |
| Ωσπου νάβρουμεν την φωνήν, εξηχάσαμεν το τραούδιν″ | |
| "Ώσπου πάμε τζαι γερνούμεν άλλα πράμματα θωρούμεν" |