Σελλίν

Από Digital Cyprus
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Σελλίν (το)
Ετυμολογία από το αρχ. «σέλμα» (Α. Σακελλάριος)
Σημασιολογία ξύλινο κάθισμα κατά την διάρκεια της γέννας

Ετυμολογία

από το αρχ. «σέλμα» (Α. Σακελλάριος)

Σημασιολογία

ξύλινο κάθισμα κατά την διάρκεια της γέννας

Παραδείγματα

«Πάει τζ̌' έρκεται σαν το σελλίν της μαμμούς» = όπως αυτό μεταφέρεται από σπίτι σε σπίτι, έτσι και όταν κάποιος αναγκάζεται να πηγαίνει εδώ και εκεί για ξένες υποθέσεις

Μέρος του Λόγου

Συγγενικές Λέξεις

Συνώνυμα

Πηγές

  • http://wikipriaka.com/gr/view/1/Α
  • "Ετυμολογικό λεξικό της ομιλουμένης κυπριακής διαλέκτου", Κυριάκου Χατζιωάννου
  • "Κυπριακές Ιατρικές Λέξεις", 2017, Μάριος Κυριαζής, Επιμέλεια Γιώργος Γεωργίου, Εκδόσεις Επιφανίου, Κύπρος (ISBN13: 9789963271337).